αφαλάτωση

αφαλάτωση
Η αφαίρεση του άλατος που περιέχεται σε μια ουσία. Λέγεται και αφάλιση. Η ανάγκη παραγωγής πόσιμου νερού από τα μεγάλα αποθέματα του θαλασσινού ώθησε την τεχνολογία να αναζητήσει μεθόδους μετατροπής, έπειτα από μια ειδική κατεργασία, του αλμυρού νερού σε πόσιμο. Χρονολογικά η ιδέα της α. δεν είναι νέα. Λέγεται ότι οι αρχαίοι Έλληνες ναυτικοί, στα μακρινά ταξίδια τους, έβραζαν το θαλασσινό νερό σε άμβυκες και με το συμπύκνωμα των ατμών κατόρθωναν να προμηθεύονται πόσιμο νερό. Στη νεότερη εποχή, στα ατμοκίνητα πλοία είχαν εγκαταστήσει βραστήρες για την αντιμετώπιση των αναγκών σε πόσιμο νερό. Η απαρχή της συστηματικής επιστημονικής α. έγινε με την ίδρυση του κρατικού Γραφείου Αλμυρού Νερού στις ΗΠΑ (1952). Στην Ευρώπη έγιναν παρόμοια πειράματα με την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Χημικής Μηχανικής. Το 1962 έγινε στην Αθήνα το πρώτο Διεθνές Συμπόσιο Α. Επακολούθησε και δεύτερο, πάλι στην Αθήνα (1967). Από τότε οι έρευνες για την α. προχώρησαν πολύ και για την πραγματοποίηση του σκοπού υιοθετήθηκαν διάφορες διαδικασίες με κυριότερες τις ακόλουθες: 1. Μέθοδοι απόσταξης: εξάτμιση πολλαπλής ενέργειας, εξάτμιση σε κάθετους μακρούς σωλήνες, στιγμιαία εξάτμιση, εξάτμιση με θερμοσυμπίεση, εξάτμιση από ρευστό αιωρούμενο σώμα. 2. Μέθοδοι με μεμβράνες: ανάστροφη ώσμωση, ηλεκτροδιάλυση. 3. Μέθοδοι με κατάψυξη: άμεση κατάψυξη, έμμεση κατάψυξη, κατάψυξη με σύγχρονο σχηματισμό υδριτών. 4. Μέθοδοι διύγρανσης: διύγρανση πολλαπλής ενεργείας με ηλιακή θερμότητα, ηλιακή απόσταξη μεγάλης επιφάνειας. 5. Μέθοδοι με ιοντοεναλλαγή: διάφορες παραλλαγές ιοντοεναλλαγής και αναγέννησης των ιοντοεναλλαγών ανάλογα με το είδος των αλάτων. 6. Μέθοδοι εκχείλισης με διαλύτες: με αυτές γίνεται εκμετάλλευση της διαλυτότητας των αλάτων σε ορισμένους διαλύτες, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες στο νερό και της δυνατότητας απομάκρυνσής τους με διάλυσή τους. Από τις παραπάνω μεθόδους, αρκετές δεν χρησιμοποιούνται σε βιομηχανική κλίμακα, γιατί δεν συμφέρουν οικονομικά και τεχνολογικά. Η πρώτη εγκατάσταση α. στην Ελλάδα έγινε το 1964 στη Σύμη. Εγκαταστάσεις αφαλάτωσης, όπου το θαλασσινό νερό συγκεντρώνεται σε μεγάλες δεξαμενές.
* * *
η
1. η αφαίρεση ή μείωση των διαλυτών αλάτων που περιέχονται σε κάποια ουσία
2. η διαδικασία απομάκρυνσης των αλάτων από αλατούχα νερά και ιδίως από το θαλασσινό νερό.
[ΕΤΥΜΟΛ. αφαλάτωση < αφ- (< απο-) + άλας (-ατος) + κατάλ. (-ωση). Πρόκειται για απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. desalinization].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • νερό — Χημική ένωση με τύπο Η2Ο. Υπάρχει στη φύση σε μεγάλες ποσότητες, σε υγρή, στερεή και αέρια κατάσταση. Κάθε μόριό του αποτελείται από δύο άτομα υδρογόνου και ένα οξυγόνου Στην αρχαία ελληνική και στην καθαρεύουσα λέγεται ύδωρ. Το ν. είναι βασικός …   Dictionary of Greek

  • τερηδόνα — I Καταστρεπτική διεργασία εις βάρος των σκληρών ιστών του οργανισμού, όπως τα οστά, οι χόνδροι και τα δόντια· συχνότερα ο όρος σημαίνει την τ. των δοντιών. Η τελευταία αυτή οφείλεται στη συνέργια ενδογενών και εξωγενών παραγόντων: γενικές… …   Dictionary of Greek

  • πιεζοδιαπίδυση — η, Ν (χημ. τεχνολ.) τεχνική αφαλάτωσης τού νερού, κατά την οποία η διέλευση τών ιόντων διά μέσου τών πόρων ενός διαφράγματος εξαναγκάζεται με άσκηση πίεσης, και που είναι ανάλογη με την τεχνική τής αντίστροφης ώσμωσης, κατά την οποία με επιβολή… …   Dictionary of Greek

  • ιοντοανταλλάκτες — Στερεές φυσικές ή συνθετικές ουσίες, ουσιαστικά αδιάλυτες, που έχουν τα χαρακτηριστικά ενός οξέος (ανταλλάκτες κατιόντων) ή μιας βάσης (ανταλλάκτες ανιόντων) και χρησιμοποιούνται για την ανταλλαγή ιόντων από διαλύματα ηλεκτρολυτών. Οι ι. μπορεί… …   Dictionary of Greek

  • ιοντοανταλλακτικές ρητίνες — Φυσικοί ή συνθετικοί πολυμερείς ιοντοανταλλάκτες. Οι ι.ρ. διακρίνονται σε κατιοντοανταλλακτικές ρητίνες, οι οποίες χρησιμοποιούνται για την απομόνωση και τον διαχωρισμό κατιόντων, γι’ αυτό περιέχουν αρνητικά φορτισμένες ομάδες (π.χ. καρβοξυλικές… …   Dictionary of Greek

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

  • Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …   Dictionary of Greek

  • Κουβέιτ — Επίσημη ονομασία: Εμιράτο του Κουβέιτ Έκταση: 17.818 τ. χλμ. Πληθυσμός: 2.111.561 (2002) Πρωτεύουσα: Κουβέιτ (32.600 κάτ. το 2003)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β και ΒΔ με το Ιράκ και στα Ν και ΝΔ με τη Σαουδική… …   Dictionary of Greek

  • Μάλτα — I Νησιωτικό κράτος της νότιας Ευρώπης στην κεντρική Μεσόγειο, περίπου 60 ναυτικά μίλια N της Σικελίας.Σημαντικό πολιτιστικό κέντρο κατά την αρχαιότητα και σε σημαντική γεωστρατηγική θέση, η Μ. υπέστη διαδοχικές κατοχές αλλά ταυτόχρονα ήρθε σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”